Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2007

ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΤΕΛ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ


Η γνωστοποίηση της πρόθεσης του Δημάρχου Αλεξανδρούπολης να παραχωρήσει δημοτική έκταση 6 στρεμμάτων στο βόρειο τμήμα της πόλης (τέρμα Ηροδότου) προς την διεύθυνση του ΚΤΕΛ Αλεξανδρούπολης ώστε να γίνει δυνατή η μετεγκατάσταση του, δημιούργησε μια προοπτική ως προς την επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος αλλά και ένα προβληματισμό. Ο υπάρχων σταθμός υπεραστικών λεωφορείων είναι μικρός και μη λειτουργικός. Είναι επίσης μια πραγματικότητα το γεγονός ότι η πόλη υφίσταται από πολλά χρόνια τις δυσμενείς συνέπειες από τη λειτουργία του στο συγκεκριμένο σημείο του κέντρου της πόλης.

Προκειμένου να βελτιωθούν οι προσφερόμενες υπηρεσίες του ΚΤΕΛ προς το επιβατικό κοινό και να μεριστούν οι συνέπειες από την λειτουργία του στο κέντρο της πόλης, είναι ανάγκη να μετεγκατασταθεί σε ένα νέο κατάλληλο χώρο που θα περιλαμβάνει όλες εκείνες τις λειτουργίες για την καλύτερη εξυπηρέτηση των εργαζομένων σε αυτόν, των συνοδών λειτουργιών (χώρος στάθμευσης, κτίρια διοίκησης κλπ) και των επιβατών με τις ελάχιστες δυνατές επιπτώσεις στην πόλη και τους υπόλοιπους πολίτες.

Αν και ζήτημα που πιέζει, σε καμία περίπτωση όμως δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με σπασμωδικό και αποσπασματικό τρόπο και οπωσδήποτε με τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων! Διότι οι παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στον πολεοδομικό ιστό της πόλης όπως η μετεγκατάσταση του σταθμού υπεραστικού ΚΤΕΛ συνιστούν σημαντικούς και κρίσιμους χειρισμούς που θα πρέπει να βασίζονται οπωσδήποτε σε βασικούς σχεδιασμούς και όχι σε βιαστικές και μη ολοκληρωμένες βεβιασμένες λύσεις. Πρέπει να πραγματοποιούνται ύστερα από μελέτη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της λειτουργίας που μετακινείται, την εκτίμηση των θετικών και αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, στην κυκλοφορία και στην σύνδεση του με τα υπόλοιπα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στις λοιπές λειτουργίες της πόλης, την τεχνική ανάλυση των επιμέρους εναλλακτικών λύσεων κλπ. Αποτελεί δηλαδή μια σύνθετη διαδικασία και δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ανεξάρτητα από το θεσμικό σχεδιασμό των χρήσεων γης που πραγματοποιείται ΜΟΝΟ με το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο.

Είναι επομένως αναγκαίες οι άμεσες και προς κάθε κατεύθυνση συντονισμένες παρεμβάσεις για την επίσπευση των προϋποθέσεων και των διαδικασιών εκπόνησης του ΓΠΣ, που έχει καθυστερήσει αναίτια εδώ και δυο χρόνια, όπου θα τεθεί και θα αντιμετωπιστεί συνολικά το ζήτημα σε σχέση και σε απόλυτη συνάφεια με τα υπόλοιπα ζητήματα σχεδιασμού και οργάνωσης του Δήμου Αλεξανδρούπολης.
Δεν πρέπει να γίνουν τα ίδια λάθη που συνέβησαν κατά την σύνταξη και εφαρμογή του ισχύοντος ΓΠΣ. Διότι, το υφιστάμενο Σχέδιο δεν αντιμετωπίστηκε με τη δέουσα σοβαρότητα, ως ουσιαστικό στοιχείο για τη ρύθμιση των χρήσεων γης της πόλης και δεν υπήρξε προώθηση και υλοποίηση των βασικών του προβλέψεων. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν κινήθηκε στα πλαίσιά του, αλλά ανεξάρτητα και αυθαίρετα, αναιρώντας την ισχύ και αποδυναμώνοντας τη σημασία και την εφαρμοσιμότητά του.

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2007

ΣΧΕΔΙΟ ΠΟΛΗΣ: ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗ

«…Μια όμορφη πόλη, με κομψά, ολιγώροφα σπίτια με κεραμοσκεπές στα πρότυπα των προσφυγικών κατοικιών των αρχών του προηγούμενου αιώνα δημιουργείται τα τελευταία χρόνια μέσα στην καρδιά της Νέας Φιλαδέλφειας. Όλα αυτά χάρη σε μια τολμηρή ιδέα: τον χαρακτηρισμό του λαβωμένου από τον σεισμό του 1999 προσφυγικού οικισμού της πόλης ως παραδοσιακού και την συνεπακόλουθη θέσπιση αρχιτεκτονικών κανόνων. Οι αυστηροί αυτοί περιορισμοί, αρχικά προκάλεσαν τις έντονες αντιδράσεις των κατοίκων, καθώς δυσκολεύουν την εκμετάλλευση της περιουσίας τους. Σήμερα όμως, πέντε χρόνια μετά το Προεδρικό Διάταγμα, η γκρίνια και οι δισταγμοί έχουν υποχωρήσει, ενώ τα διαθέσιμα οικόπεδα γίνονται ανάρπαστα, όχι από μεγαλοεργολάβους, αλλά από οικογένειες ή φίλους, που επιλέγουν από κοινού να στεγάσουν το μέλλον τους σε μια μικρή μονοκατοικία με δύο ή τρία το πολύ διαμερίσματα. Και η ίδια η Νέα Φιλαδέλφεια δείχνει πλέον τον δρόμο στον οποίο θα έπρεπε να κινηθούν τοπικοί άρχοντες και Πολιτεία, προκειμένου να διασώσουν την ιστορική συνέχεια των πόλεων: μέσα από μικρά οικιστικά σύνολα και όχι μόνο μεμονωμένα διατηρητέα κτίρια, χαμένα δίπλα στις πολυώροφες κατοικίες…» (Εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 07.01.07 σελ22).

Το παραπάνω απόσπασμα αποτελεί την απτή απόδειξη ότι όταν μια Δημοτική Αρχή έχει όραμα, αρχές, πρόγραμμα, καινοτόμες αντιλήψεις και κυρίως πολιτική βούληση, μπορεί να αλλάξει τον τόπο της. Όχι με μεγαλεπήβολα ή (θα μου επιτραπεί για μια ακόμη φορά η χρησιμοποίηση του όρου) μεγαλειώδη έργα, αλλά με θεσμικές παρεμβάσεις που σκοπό δεν έχουν βραχυπρόθεσμα και εφήμερα κέρδη αλλά μια συνολική μακροχρόνια και κοινωνικά αποδοτική και αποδεκτή πολιτική. Το παραπάνω παράδειγμα μας διδάσκει επίσης ότι σε ότι αφορά τον πολεοδομικό σχεδιασμό που αποτελεί και την κρισιμότερη διαδικασία ανάπτυξης και οργάνωσης μίας πόλης, δεν χωρούν λογικές «βλέπουμε και κάνουμε», δεν μπορούν να ισχύουν πελατειακές και συντεχνιακές νοοτροπίες και κυρίως δεν επιτρέπεται η υιοθέτηση πρακτικών ικανοποίησης του ατομικού συμφέροντος, αλλά μόνο του συλλογικού.

Ευτυχώς, στην πόλη μας ο εγκέλαδος δεν έχει κάνει την εμφάνιση του. Είναι όμως εμφανή τα σημάδια ή καλύτερα οι πληγές που έχουν δημιουργήσει στην εικόνα και κυρίως στην πολεοδομική οργάνωση και ανάπτυξη της όλες οι προγενέστερες κοντόφθαλμες και εγκληματικές πολιτικές και πρακτικές. Αυτή η αντιμετώπιση του πολεοδομικού σχεδιασμού, η έλλειψη τόλμης και φαντασίας, το πνεύμα άρνησης και η απουσία πρωτοβουλίας οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση και στα σημερινά αδιέξοδα. Τώρα έχουμε και ένα πολύ καλό παράδειγμα να στηριχθούμε και κυρίως να εμπνευστούμε. Ας εξισορροπήσουμε το συμφέρον και τις επιθυμίες του ατόμου με αυτές του συνόλου. Έτσι και μόνο έτσι θα προκύψει μια αρμονία προς όφελος όλων των πολιτών. Μια πόλη που θα την χαιρόμαστε όλοι.
Η Δημοτική Αρχή της Ν. Φιλαδέλφειας τόλμησε να πάει κόντρα στο ρεύμα. Τόλμησε να έρθει σε σύγκρουση με τους ίδιους του πολίτες της. Τόλμησε να εφαρμόσει ένα ριζοσπαστικό σχέδιο ορμώμενη από την ευαισθησία της για την εικόνα της πόλης, για το περιβάλλον της. Ένιωσε να χάνεται η μνήμη, η ιστορική συνέχεια και αντέδρασε με ανιδιοτέλεια και με πλήρη επίγνωση των πράξεων της και της ευθύνης της. Ρίσκαρε την πολιτική της επιβίωση για ένα όραμα. Μετά από πέντε χρόνια νιώθει δικαιωμένη, όχι μόνο γιατί ο χρόνος ενέκρινε τις επιλογές της, αλλά κυρίως γιατί έδειξε τον δρόμο και για την άλλες αυτοδιοικήσεις. Οι παρέμβαση της αυτή, αποτελεί πλέον παράδειγμα προς μίμηση για όλες της Δημοτικές Αρχές όλων των πόλεων. Ελπίζω και της δικής μας.
ΑΓΩΓΟΣ – Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΣΗΜΑΣΙΑ

Στο άρθρου μου με τίτλο Αγωγός – Η ιστορία ενός μνημονίου (040507), και με αφορμή την επίσκεψη του κ. Σιούφα ως εκπροσώπου της Κυβέρνησης για να ενημερώσει του τοπικούς φορείς για το έργο της κατασκευής του αγωγού, προσπάθησα να αναπτύξω τα κρίσιμα στοιχεία του μνημονίου συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων χωρών. Κάτι που μάλλον παράλειψε ο Υπουργός μιας και αναφέρθηκε σε όλα εκτός από την διακρατική συμφωνία και τις επιμέρους πτυχές της. Δεν ξέχασε όμως να αναφερθεί και με ιδιαίτερη έμφαση είναι η αλήθεια, στην γεωστρατηγική σημασία του, που αποτελεί και το μεγαλύτερο επιχείρημα των θιασωτών της κατασκευής του. Λογικό εκ πρώτης το επιχείρημα, γιατί αν θυμάμαι καλά οι αρχικές ιδέες για την υλοποίηση του αγωγού, δεν μιλούσαν τόσο πολύ για τις οικονομικές του πτυχές αλλά κυρίως για τα γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα που θα αποκομίσει η χώρα. Αν και ομολογουμένως ιδιαίτερα πολύπλοκες και αλληλοεπηρεαζόμενες από πλήθος παραγόντων οι διακρατικές σχέσεις, όπως επίσης και τα συμφέροντα της εμπορίας και διακίνησης πετρελαίου, είναι εν τούτοις ενδιαφέρον να ασχοληθούμε με την βάση της συγκεκριμένης επιχειρηματολογίας.

Για να πραγματοποιηθεί αυτό όσο πιο αντικειμενικά γίνεται, θα χρησιμοποιήσω τα πρακτικά της ειδικής παρουσίασης που πραγματοποιήθηκε από τον εκπρόσωπο του Υπουργείου Εξωτερικών της χώρας κ. Τσακίρη Θεόδωρο, κατά τις εργασίες του συνεδρίου για την ενέργεια και ανάπτυξη της Θράκης, που πραγματοποιήθηκε στην πόλη μας υπό την αιγίδα του ινστιτούτου ενέργειας ΝΑ Ευρώπης, στις 28/04/2007. Όσοι διέθεσαν το χρόνο τους και την παρακολούθησαν, βγήκαν σοφότεροι.

Σύμφωνα με την συγκεκριμένη εισήγηση, από τις αρχικές σκέψεις, η υπηρεσιακή ηγεσία του Ελληνικού ΥΠΕΞ είχε κατανοήσει την γεωστρατηγική σημασία του αγωγού για την χώρα και είχε ενισχύσει σημαντικά την αρχική διπλωματική ενορχήστρωση του ζητήματος, πρωτίστως προς την Ρωσική πλευρά. Το πρόβλημα βέβαια με αυτή την πρωτοβουλία στην πρώιμη της φάση ήταν ότι αγνοούσε τα οικονομικά δεδομένα της προσφοράς πετρελαίου από την Κασπία. Η βασική οικονομική συνθήκη που ώθησε στην σκοπιμότητα κατασκευής του αγωγού έγινε πραγματικότητα το 2005 με τον υπερκορεσμό των Στενών του Βοσπόρου. Σε αυτό συνέβαλαν και οι συνεχείς προσπάθειες των Τουρκικών Αρχών να ελαχιστοποιήσουν τον διάπλου των Στενών για την οικολογική προστασία της Κων/πολης όπως επίσης και η προσπάθεια τους να ενισχύσουν την κατασκευή του δικού τους αγωγού Μπακού – Τσειχάν ως παρακαμπτηρίου των Στενών.

Σε γενικότερο επίπεδο ανάλυσης, συνεχίζει η εισήγηση, ο τερματισμός της Ρωσικής αναβλητικότητας μπορεί να αιτιολογηθεί και από τους εξής παράγοντες:
α) η πλήρης ενεργοποίηση του αγωγού Μπακού – Τσειχάν αποτέλεσε από κάθε άποψη μια σαφή γεωστρατηγική υποβάθμιση του ηγεμονικού της ρόλου στην περιοχή της Υπερκαυκασίας έναντι του Αζερμπαιτζάν. Η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή οδηγεί σε πιθανή ανάπτυξη αξιόλογων αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή Καυκάσου – Κασπίας με πρόφαση την ασφάλεια του συγκεκριμένου αγωγού, πράγμα που ενοχλεί την Ρωσία.
β) Η Ρωσο – Ουκρανική διένεξη για την παροχή φυσικού αερίου και οι δηλώσεις των αμερικάνων ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί τις εξαγωγές αερίου και πετρελαίου ως όπλα εκβιασμού, κατέστησαν κάτι περισσότερο από επιτακτική την με κάθε μέσο διάψευση αυτής της εικόνας της Ρωσικής αναξιοπιστίας που προσπαθούν να καλλιεργήσουν οι αμερικανικές υπηρεσίες.
γ) η δραστική επανακρατικοποίηση της Ρωσικής πετρελαϊκής βιομηχανίας.

Τι θα κερδίσει η Ελλάδα και ειδικότερα η Θράκη από αυτήν την φαινομενική Ρωσική επικυριαρχία, αναρωτάτε ο εισηγητής. Και συνεχίζει ότι η Ελλάδα από ποσοτική άποψη είναι ο λιγότερος ωφελημένος από αυτήν την ιστορία. Ελέγχει μόλις το 24,5% του έργου εκ των οποίο μόνο το 1% υπάγεται άμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο και οι ελληνικές επιχειρήσεις αναμένεται να ξοδέψουν περισσότερα συγκριτικά με την Βουλγαρία για την μετατροπή της Αλεξανδρούπολης σε ικανό λιμένα εξυπηρέτησης δεξαμενόπλοιων μεγάλου όγκου με όλες τις συνακόλουθες αποθηκευτικές εγκαταστάσεις. Το Ελληνικό δε ποσοστό μπορεί να συρρικνωθεί στο μέλλον ακόμη περισσότερο στην περίπτωση που επιχειρήσουν να συμμετάσχουν στην κοινοπραξία και άλλες διεθνείς εταιρίες αμερικανικών συμφερόντων (Shell, Exxon κλπ). Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ο αγωγός θα επιβαρύνει – τον ούτως ή άλλως – επιβαρημένο πετρελαιοδιάπλου του Αιγαίου αυξάνοντας την περιβαλλοντική επικινδυνότητα του σχεδίου, όμως σε κάθε περίπτωση καταλήγει ο ομιλητής, τα γεωπολιτικά και τα οικονομικά οφέλη της χώρας θα είναι υπερπολλαπλάσια. Από την μια πλευρά ο αγωγός θα προσφέρει πολύ σημαντική οικονομική ενίσχυση τοπικά τόσο με την μορφή των τελών διέλευσης – μέρος των οποίων θα απορροφηθεί από την περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης – όσο και υπό την μορφή των έργων κατασκευής και συντήρησης του. Τα σπουδαιότερα, ωστόσο, οφέλη του έργου είναι ποιοτικού χαρακτήρα και εδράζονται ως επί το πλείστον στην σφαίρα της γεωστρατηγικής. Τρία από αυτά είναι και τα πλέον προφανή:
α) αναβαθμίζεται πολλαπλάσια η γεωστρατηγική υπεραξία της χώρας έναντι του τουρκικού επιχειρήματος ότι η Άγκυρα αποτελεί ουσιαστικά την μόνη πύλη εξόδου των υδρογονανθρακικών αποθεμάτων της Κασπίας θάλασσας προς την Ευρώπη. Σε αυτό το σημείο σημειώνει επιπλέον ο κ. Τσακίρης ότι το εναλλακτικό σχέδιο της δημιουργίας του τουρκικού διαθρακικού αγωγού ενώ παρουσιάζει καλύτερα οικονομικά στοιχεία (μικρότερη χάραξη, κόστος κατασκευής κ.λπ) και είναι πιο ανταγωνιστικός, εν τούτοις έχει απορριφθεί εν τη γενέσει του από την Ρωσική πλευρά για γεωπολιτικούς λόγους.
β) η γεωγραφική τοποθεσία του αγωγού εστιάζει σε έναν κρίσιμο εθνικά χώρο και τα προαναφερθέντα γεωπολιτικά οφέλη, δημιουργούν συνθήκες ανάσχεσης κάποιας απειλής δίχως την χρήση στρατιωτικών μέσων.
γ) σε κάθε περίπτωση η ενεργοποίηση του αγωγού θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στην περιοχή της Θράκης. Σε ένα ευρύτερο επίπεδο ανάλυσης ρίσκου, υπάρχει ο κίνδυνος δολιοφθοράς είτε του έργου είτε του τερματικού του σημείου στην Αλεξανδρούπολη. Αυτός ο κίνδυνος προέρχεται κυρίως από ισλαμικούς πυρήνες που προσπαθούν να βλάψουν τα συμφέροντα της Ρωσίας. Η δημιουργία ειδικών μονάδων ταχείας αντίδρασης και ειδικού σώματος προφύλαξης του αγωγού κρίνεται επιβεβλημένη.

Τα ανωτέρω αποτελούν τα κυριότερα σημεία της επίσημης ενημέρωσης του ΥΠΕΞ της χώρας για την σημασία του εν λόγω σχεδίου. Είναι σαφές ότι η οπτική γωνία που αναλύεται το θέμα δεν είναι συνολική αλλά εστιασμένη στις διεθνείς και γεωστρατηγικές επιπτώσεις του. Τα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν είναι τα πλέον σημαντικά, τόσο για τις θετικές πτυχές του εγχειρήματος όσο και για τις αρνητικές. Επίσης, είναι σαφές ότι ανατρέπονται κάποια ιδεολογήματα που ακούγονται κατά κόρων κυρίως από τους θιασώτες του έργου, και καλό θα είναι να κατανοήσουμε τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται ώστε να αντιληφθούμε τα πραγματικά δεδομένα του έργου και όχι να εμμένουμε σε ιδεοληψίες και ανακρίβειες, προς δημιουργία εντυπώσεων.

Ας προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τα κυριότερα σημεία της εισήγησης του κ. Τσακίρη. Αποδέχεται με το πιο σαφή τρόπο ότι η Ελλάδα από ποσοτική άποψη είναι ο λιγότερος (ή ο μη) ωφελημένος από αυτήν την ιστορία μιας και το 1% μόνο υπάγεται άμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο. Αν θέλουμε να προχωρήσουμε την ανάλυση λίγο παραπέρα και κρατώντας κάποιες επιφυλάξεις, αντιλαμβανόμαστε εύκολα ότι η συνέχιση των διαπραγματεύσεων θα οδηγήσει στην είσοδο και νέων εταιριών, αμερικανικών συμφερόντων αυτή τη φορά, με παράλληλη μείωση της συμμετοχής των ΕΛΠΕ. Στο τελικό επιχειρηματικό σχήμα, ως χώρα θα κατέχουμε, υπό πλήρη έλεγχο ή μη, μόνο το 1% και όχι το 24,5%. Αυτή η διαπίστωση αποτελεί μάλλον την μεγάλη αλήθεια στους κύκλους των διπλωματών αλλά δεν εκφράζεται δημόσια για προφανείς λόγους.
Αν και δεν εστιάζει την ανάλυση του στο περιβάλλον και στις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει η υλοποίηση ενός τέτοιου έργου, εν τούτοις ο κ. Τσακίρης παραδέχεται ότι ο αγωγός θα επιβαρύνει τον πετρελαιοδιάπλου του Αιγαίου αυξάνοντας την περιβαλλοντική επικινδυνότητα του σχεδίου και την πιθανότητα πρόκλησης κάποιου ατυχήματος. Γίνεται σαφές και με τον πιο επίσημο τρόπο ότι όλες οι εξαγγελίες για έναν πράσινο αγωγό αποτελούν μάλλον μια πολλή ωραιοποιημένη κατάσταση, μια μυθοπλασία. Όπως πολύ παραστατικά έχει ειπωθεί από πολλούς φορείς με οικολογικές ευαισθησίες, πράσινος θα είναι ο αγωγός μόνο αν τον βάψουμε σε αυτό το χρώμα!

Δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα και αναλύεται εκτενώς η πεποίθηση του ΥΠΕΞ ότι αναβαθμίζεται πολλαπλάσια η γεωστρατηγική υπεραξία της χώρας έναντι της Τουρκίας. Δέχεται βέβαια ο εισηγητής, ότι δεν τίθεται θέμα εναλλακτικού σχεδίου δημιουργίας του τουρκικού διαθρακικού αγωγού μιας και έχει απορριφθεί εν τη γενέσει του από την Ρωσική πλευρά για γεωπολιτικούς λόγους. Μια κρίσιμη παρατήρηση στο συγκεκριμένο επιχείρημα. Η Ρωσία η οποία είναι αυτή που επιχειρεί να διοχετεύσει τα αποθέματα πετρελαίου προς την δύση από άλλες δίαυλους πλην της Τουρκίας, έχει την δυνατότητα εναλλακτικών επιλογών. Είτε μέσω της Ελλάδας και του εν λόγω αγωγού, είτε μέσω άλλων οδεύσεων όπως ο άκρως ανταγωνιστικός ΑΜRO (Βουλγαρία, Σκόπια, Αλβανία), είτε μέσω Ρουμανίας κ.λπ. Όλα τα προηγούμενα είναι σχέδια εν εξελίξει, με ίδιο επίπεδο ωριμότητας και ίσες πιθανότητες υλοποίησης. Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, η Ρωσία σύμφωνα με τα δικά της συμφέροντα, θα επιλέξει πως θα υποβαθμίσει την σημασία της Τουρκίας στον ενεργειακό χάρτη, χρησιμοποιώντας ή όχι την Ελλάδα. Εκούσια ή ακούσια θα έχουμε τα ίδια οφέλη μιας και σε κάθε περίπτωση, τα συμφέροντα μας συμπλέουν με αυτά της Ρωσίας. Εννοώ, ότι τα αποτελέσματα της δημιουργίας του AMRO αγωγού θα είναι τα ίδια με αυτά της δημιουργίας του BAP (Burgas – Alex/poli) αγωγού σε γεωστρατηγικό επίπεδο άσχετα αν δεν διέρχεται από ελληνικό έδαφος.

Ως ύστατο επιχείρημα, αναφέρεται ότι δημιουργούνται συνθήκες ανάσχεσης κάποιας απειλής δίχως την χρήση στρατιωτικών μέσων στην Θράκη μιας και πολλές χώρες θα επιδιώκουν την ηρεμία της περιοχής ώστε να διαφυλαχθούν τα συμφέροντα τους πάνω στον αγωγό. Η συγκεκριμένη διαπίστωση έρχεται σε αντίθεση με την αποδοχή που γίνεται ότι ο κίνδυνος δολιοφθοράς είτε του έργου είτε του τερματικού του σημείου στην Αλεξανδρούπολη είναι σημαντικός και η δημιουργία ειδικών μονάδων ταχείας αντίδρασης και ειδικού σώματος προφύλαξης του αγωγού κρίνεται επιβεβλημένη. Με άλλα λόγια, στον κίνδυνο που κατά ορισμένους ελλοχεύει σήμερα από την πολιτική της γείτονος στην περιοχή, θα προστεθούν και όλοι οι κίνδυνοι προερχόμενοι από την διεθνή τρομοκρατία. Το επιχείρημα ότι πλέον δεν χρειάζεται να αγοράσουμε ούτε ένα επιπλέον leopard για την ασφάλεια της Θράκης φαντάζει έωλο μπρος στην ανάγκη δημιουργίας μιας νέας στρατιωτικής δύναμης με συγκεκριμένη επιχειρησιακή αποστολή την προστασία του αγωγού, εκτός και αντί για όπλα έχουν νεροπίστολα! Βέβαια όλα αυτά με την αρωγή της χώρας και τα χρήματα όλως μας.
ΑΓΩΓΟΣ – Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ

Η αναμενόμενη και πολλά υποσχόμενη επίσκεψη και ανοικτή συζήτηση μεταξύ των επίσημων παραγόντων της κυβέρνησης (Υπουργείο Ανάπτυξης) και των τοπικών φορέων, έλαβε χώρα την Κυριακή που μας πέρασε. Όπως ήταν αναμενόμενο, η εκδήλωση αυτή δημιούργησε ιδιαίτερο ενδιαφέρον μιας και ήταν η πρώτη επίσημη διαβούλευση για το μείζον ζήτημα που ταλανίζει την ευρύτερη περιοχή και δεν είναι άλλο από την υλοποίηση του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη (BAPipeline ο διεθνής όρος του). Δεν θα σταθώ στην σημασία αλλά στην ουσία της συνάντησης, που δεν είναι άλλη από την ευκαιρία που δόθηκε σε όλους τους θεσμικούς και μη φορείς της πόλης να εκφράσουν τις απόψεις τους. Αν και ομολογουμένως πολύ καθυστερημένα, πραγματοποιήθηκε μια κοινωνική διαβούλευση, που αποτελεί θεμέλια διαδικασία κάθε δημοκρατικού πολιτεύματος. Όσοι είχαν το χρόνο και την υπομονή να παρακολουθήσουν τη συζήτηση, ομολογουμένως μιας μακρόσυρτης διαδικασίας, αποκόμισαν μια συνολική εικόνα. Ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αφουγκραστεί κανείς τις επιθυμίες και τις απόψεις του συνόλου της τοπικής κοινωνίας μας.

Πέρα όμως από την διαδικασία τι; Αποκομίσαμε τίποτα καινούριο; Ειπώθηκε κάτι νέο; Τέθηκαν τα σημαντικά ζητήματα και κυρίως έγιναν οι ανάλογες δεσμεύσεις, τουλάχιστον στο επίπεδο των καλών προθέσεων; Αυτά τα ερωτήματα και άλλα τόσα απασχόλησαν πιστεύω το σύνολο των συμμετεχόντων, μετά το πέρας της διαβούλευσης.

Από τα όσα είχα την ευκαιρία να ακούσω, ας μου επιτραπεί μια διαπίστωση, που την θεωρώ κρίσιμη για τον τρόπο που πρέπει να προσεγγίσουμε το ζήτημα από εδώ και πέρα. Όσο και αν εμμένουν πολλοί να μεταφέρουν την συζήτηση από την φάση της διαβούλευσης για την κατασκευή στην φάση της λειτουργίας του αγωγού, η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική. Την ώρα που μιλάμε υπάρχει μόνο, και το τονίζω αυτό, ένα μνημόνιο συνεργασίας, κοινώς μια στρατηγική διακρατική συμφωνία. Τίποτε άλλο τουλάχιστον σε επίσημο επίπεδο. Ας το κατανοήσουν αυτό κυρίως οι υπέρμαχοι αυτής της επένδυσης που πιστεύουν ότι όλα είναι έτοιμα προς υλοποίηση. Θα απογοητευτούν, διότι τίποτε ακόμα δεν έχει γίνει. Φάνηκε έντονα από τον τρόπο που παρουσιάστηκε το θέμα από τον εκπρόσωπο της εταιρείας Ελληνικά Πετρέλαια. Αναμάσησε τα ίδια που λέγονταν και πριν από πέντε χρόνια όταν ο αγωγός ήταν στο στάδιο της «καλής» ιδέας. Τίποτα καινούριο. Καμία πρόοδος σε επίπεδο σχεδιασμού, επίλυσης ζητημάτων διέλευσης, εγκαταστάσεων, περιβαλλοντικού σχεδιασμού κ.λ.π. Δεν είναι υπερβολικό να ειπωθεί ότι ούτε καν στα χαρτιά δεν έχει σχεδιαστεί αυτό το έργο. Εκτός και αν για λόγους σκοπιμότητας, η κυβέρνηση δεν είπε όλη την αλήθεια. Γνωρίζει πράγματα που δεν θα πρέπει να ξέρουμε; ΓΙΑΤΙ; Με ανησυχεί ακόμα και η ιδέα να συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Και μια δεύτερη διαπίστωση. Ειπώθηκαν στη διαβούλευση τα πάντα, πλην των βασικών στοιχείων του εν λόγω μνημονίου συνεργασίας των τριών εμπλεκόμενων χωρών. Τουλάχιστον από τα κυβερνητικά στελέχη που είχαν και την ευθύνη της ενημέρωσης. Ασχολήθηκαν οι πάντες με το θα, με το τι μέλλει γενέσθαι και παραλείψανε, σκόπιμα ή όχι, να αναφερθούν στα επιμέρους στοιχεία της μοναδικής, επαναλαμβάνω, συμφωνίας για την κατασκευή του έργου. Δεν είναι κακό κατ’ ανάγκη κάτι τέτοιο αλλά δημιουργεί μια πλασματική κατάσταση της ωριμότητας του έργου. Επίσης, αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από την ουσία του ζητήματος που δεν είναι άλλος από τις βασικές διατυπώσεις του μνημονίου που θα αποτελέσουν και τις θεμέλιες αρχές της υλοποίησης του αγωγού, αν ποτέ υλοποιηθεί. Όποιος παρ’ όλα αυτά έχει την ανησυχία και αναζητήσει το κείμενο αυτό, το μελετήσει εμπεριστατωμένα και σχολαστικά, μπορεί να βγάλει κάποια ιδιαίτερα σημαντικά συμπεράσματα.

Ποιες είναι λοιπόν αυτές οι αρχές; Ας προσπαθήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τις σημαντικότερες. Καταρχάς, διατυπώνεται η πρόθεση κατασκευής του αγωγού με όλα τα επιμέρους συστατικά στοιχεία του (εγκαταστάσεις, χώροι αποθήκευσης κ.λ.π) όπου και οριστικοποιούνται τα ποσοστά συμμετοχής κάθε εταίρου. Η Ελλάδα συμμετέχει με 1% και όχι με 24,5% που κατά κόρον λέγεται και αυτό διότι τα Ελληνικά Πετρέλαια έχουν πάψει προ πολλού να αποτελούν κτήμα του Κράτους. Είναι προφανές ότι συζητάμε αποκλειστικά για μια καθαρά ιδιωτική επένδυση με την αρωγή των εμπλεκόμενων κρατών.

Στη συνέχεια, διατυπώνονται οι υποχρεώσεις των κρατών για διάθεση της απαραίτητης γης, παροχή ευνοϊκού τελωνειακού καθεστώτος και επίλυση θεμάτων προστασίας του περιβάλλοντος. Δηλαδή τι; Θα αναλάβει το Κράτος όλο το κόστος της περιβαλλοντικής διαχείρισης του έργου; Θα διαθέσει χρήματα για την προστασία του περιβάλλοντος και θα φροντίσει να λύσει όλα τα ζητήματα που θα προκύψουν; Με τι χρηματοδότηση; Από πού θα εξασφαλιστούν τα χρήματα; Μήπως από το Δ΄ ΚΠΣ και από το τμήμα της ενίσχυσης που δικαιούται η περιοχή; Δεν δύνεται καμία απάντηση! Το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να βγει είναι ότι θα ανατραπεί ο έως τώρα αναπτυξιακός σχεδιασμός του τόπου που σαν κύριο στόχο έχει την κοινωνική συνοχή, την ενεργοποίηση του παραγωγικού δυναμικού του τόπου και την βιώσιμη ανάπτυξη προς όφελος κάποιας διφορούμενης επένδυσης που όχι μόνο δεν προσφέρει ως προστιθέμενη αξία στο αναπτυξιακό σύστημα της περιοχής αλλά αποτελεί και ασύμβατη δραστηριότητα με τις είδη αναπτυγμένες (αλιεία, τουρισμός κλπ);

Επίσης, σημειώνεται ότι κατά τον προσδιορισμό του ύψους των φορολογικών και μη φορολογικών καταβολών, τελών και αποζημιώσεων η Βουλγαρική και η Ελληνική πλευρά στη Συμφωνίας Διέλευσης θα λάβουν υπόψη τα αποτελέσματα της τεχνικοοικονομικής μελέτης καθώς και το ότι οι όροι της μεταφοράς του πετρελαίου μέσω του Αγωγού Πετρελαίου πρέπει να είναι ανταγωνιστικοί σε σχέση με τις άλλες διόδους μεταφοράς πετρελαίου στην περιοχή. Δηλαδή τι; Αν μειωθούν οι διεθνείς τιμές πετρελαίου και κριθεί ότι ο αγωγός δεν είναι αποδοτικός θα χρειαστεί να βάλουμε χρήματα και από την τσέπη μας; Προφανώς, είναι λίγο υπερβολική η συγκεκριμένη άποψη αλλά κρύβει μια μεγάλη αλήθεια. Τα τέλη διέλευσης, ακόμα και αυτά που έχουν ανακοινωθεί (1€ ανά τόνο), ποσό αστείο και για σχολιασμό αν λάβουμε υπόψη το μέγεθος της επένδυσης και της οικονομικής της απόδοσης, δεν είναι εξασφαλισμένα! Θα εξαρτώνται από τις διεθνής συνθήκες της αγοράς και από τον τεχνικοοικονομικό σχεδιασμό της επένδυσης. Δίνεται, με λίγα λόγια, η δυνατότητα στους επενδυτές να καθορίζουν οι ίδιοι το ύψος των τελών, χωρίς καμία εξασφάλιση κάποιας τουλάχιστον ελάχιστης ανταποδοτικής αποζημίωσης με αντικειμενικά κριτήρια όπως ποσοστό επί των κερδών, φορολόγηση κύκλου εργασιών κλπ που ισχύουν σε όλες τις δραστηριότητες. Αυτά για κάποιους που σπεύσανε να αγοράσουν μεγάλα καλάθια.

Δεν σχολιάζω παραπάνω το συγκεκριμένο μνημόνιο και αφήνω τα συμπεράσματα σε εσάς. Σας προτρέπω μόνο να το διαβάσετε με σχολαστικότητα και προσοχή. Μια τελευταία παρατήρηση. Το Κράτος έχει κάθε λόγο και δικαίωμα να στηρίζει με διάφορα μέτρα την επιχειρηματική δραστηριότητα και να κατευθύνει την ανάπτυξη σε ένα τόπο, αλλά πάντα χρησιμοποιώντας ένα πλαίσιο συγκεκριμένων κανόνων που ισχύουν για όλους. Χρηματοδοτήσεις, φοροαπαλλαγές κ.λπ, είναι κάποια από τα πιο διαδεδομένα μέτρα, αλλά από όσο γνωρίζω, μόνο στις λεγόμενες «αποικιοκρατικές συμβάσεις» των πάλαι ποτέ Αυτοκρατοριών πραγματοποιούνταν τέτοιες ανισοβαρείς συμφωνίες. Ίσως να ενοχλήσει αυτή η άποψη ορισμένους, αλλά προσωπικά πιστεύω ότι δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα.

Θα χρησιμοποιήσω ως επίλογο τα λόγια του βουλευτή Έβρου κ. Ντόλιου ο οποίος ανέφερε σε μια αποστροφή του λόγου του στην σύσκεψη, και να με συγχωρήσει αν δεν τα μεταφέρω ορθά, τα εξής: «έχουμε ένα ωραίο σπίτι, με αυλή που βλέπει στην θάλασσα και δεχόμαστε να το δανείσουμε, να επωμιστούμε τις επικείμενες επιπτώσεις, να το θυσιάσουμε, χωρίς να μας παρασχεθεί καμία δέσμευση για την περιβαλλοντική προστασία που απαιτείται και όλα αυτά για να μεταφέρουν οι Ρώσοι τα πετρέλαια τους στην Ευρώπη». Αν και στο επίπεδο της φιλολογίας (θυμίζω ότι ο εν λόγω βουλευτής, αντίθετα με ότι υποστηρίζει, ψήφισε την επικύρωση της συμφωνίας στη βουλή όπως και το σύνολο του κόμματος του), ειπώθηκε μια μεγάλη αλήθεια.

Τα λοιπά σχόλια δικά σας …
ΣΥΜΜΕΤΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΕΣ

Ο τίτλος αυτός περιγράφει με ιδιαίτερα γλαφυρό τρόπο, το νέο τοπίο που έχει δημιουργηθεί στην πολιτική ζωή της χώρας μετά τις εκλογές. Ίσως οι σύμμετρες και οι ασύμμετρες δυνάμεις που παρουσιάστηκαν ως οι κύριες αιτίες της συμφοράς που μας βρήκε, όταν η μισή Ελλάδα καιγότανε, να μην έχουν ιδιαίτερη πλέον αναφορά μιας και έπαψε να υφίσταται ο σκοπός για τον οποίο δημιουργήθηκαν που δεν είναι άλλος από το να θολώσουν τα νερά της κυβερνητικής και κρατικής αναποτελεσματικότητας, περιγράφουν όμως με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής. Δανεισμένη η έκφραση από τα λεξικά στρατιωτικών όρων, μπορεί να μη κατάφερε τελικά να δώσει μια πειστική απάντηση για τα φυσικά φαινόμενα που προκαλεί ο «στρατηγός άνεμος», αλλά μάλλον αποτελεί τον πιο δόκιμο όρο που περιγράφει με τον πιο παραστατικό τρόπο το αποτέλεσμα των εκλογών!

Τα πάντα κινηθήκανε με όρους επικοινωνίας, δίλημματικών ισχυρισμών, παροχολογίας της τελευταίας στιγμής και μπαλκονάτων εμφανίσεων. Λογικό, θα συμφωνήσουμε όλοι σε αυτό. Πως αλλιώς θα καταλαβαίναμε ότι ήμασταν σε προεκλογική περίοδο. Πως αλλιώς θα κερδιζόταν, έστω και την τελευταία στιγμή, το ενδιαφέρον του πολίτη για την πολιτική και τους πολιτικούς. Η υπερβολή είχε, όπως πάντα άλλωστε, τον πρώτο λόγο. Οι λογικοί συνειρμοί, η ειλικρίνεια, η ευθύτητα, η καθαρή πολιτική θέση, οι απόψεις που πονάνε δεν είχαν θέση στο προεκλογικό δίβατο, παρά μόνο τα στερεότυπα και μια ατέρμονη προσπάθεια λείανσης όλων των θεμάτων με γνώμονα την αποφυγή των επικοινωνιακών ατοπήματα και την διαφυγή ψήφων. Ίσως αυτό να μην είναι κατ΄ ανάγκη κακό. Η πολιτική χρειάζεται μια δόση υπερβολής αρκεί να γίνεται με οραματική διάθεση και να έχει ως στόχο την αφύπνιση του πολίτη. Χωρίς όραμα οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν μπορούν να προοδεύσουν.

Κατ’ ουσία όμως δεν άλλαξε τίποτα. Αυτή είναι η μεγάλη, θλιβερή και πικρή αλήθεια. Μια ακόμη ευκαιρία να κάνουμε μια ρήξη με τον κακό εαυτό μας και να αναγεννηθούμε ως κοινωνία από τις στάχτες μας, χάθηκε. Ίσως μια πρώτη αιτία να είναι ότι δεν είχαμε φρονήσει και φροντίσει εξ αρχής να δημιουργήσουμε τις συνθήκες που θα μας οδηγούσαν σε μία νέα αλλαγή, μία νέα προοπτική. Ίσως πάλι γιατί, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι ύστερα από μια μεγάλη καταστροφή, τα αντανακλαστικά της κοινωνίας μας είναι ως επί το πλείστον συντηρητικά. Η διαπίστωση αυτή μάλλον βολεύει τους πάντες, και τους νικητές (αν υπάρχουν) αλλά κυρίως του χαμένους.

Παρ όλη όμως την αναζήτηση των ευθυνών του καθενός για το εκλογικό αποτέλεσμα, ένα πράγμα διαφάνηκε. Μια μεγάλη, είναι η αλήθεια, μερίδα του κόσμου ταρακουνήθηκε σε βαθμό που άλλαξε ριζικά τον τρόπο που αντιμετώπιζε μέχρι σήμερα την πολιτική και τους πολιτικούς της χώρας. Φάνηκε να έχασε την εμπιστοσύνη του στο υπάρχον πολιτικό σύστημα, αντέδρασε, το αποδοκίμασε και αναζήτησε την εναλλακτική πρόταση. Οι υπόλοιποι είτε δεν πήραν χαμπάρι τι συνέβη, είτε δεν θέλησαν να παραδεχτούν την κατάσταση, είτε δεν πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει είτε απλά δεν τους άγγιξε. Δημιουργήθηκε με αυτόν τον τρόπο μια ασύμμετρη αντιμετώπιση των εκλογών απόλυτα συνδεδεμένη με την πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση του καθενός. Η αριστερά και η κεντροαριστερά, διατύπωσε σαφώς μέσα από την αποδοκιμασία του ΠΑΣΟΚ, την αγανάκτηση της για την σημερινή κατάσταση επιρρίπτοντας ευθύνες όχι μόνο στην κυβέρνηση αλλά κυρίως στην αντιπολίτευση. Αυτή η πρωτοφανής αντιμετώπιση, όσο και αν στοιχίζει στο ΠΑΣΟΚ, εν τούτοις αποδεικνύει ότι ο χώρος αυτός είναι ζωντανός, διατηρεί ακόμα τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά του, την προοδευτική του ταυτότητα και την ιδεολογική του σχέση με την κοινωνία και με την άσκηση της πολιτικής. Αυτός ο χώρος κρίνει, συγκρίνει, δοκιμάζει, αποδοκιμάζει και κυρίως δεν χειραγωγείται και δεν λησμονεί. Όσο επώδυνο και να είναι αυτό για όσους επιχείρησαν να ξανακερδίσουν την εξουσία με παλιάς κοπής ζητήματα, διλήμματα και πολιτικές πρακτικές αποτελεί πλέον μια αισιόδοξη πραγματικότητα που πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους.

Αν και φαντάζει εκ πρώτης άδικη αυτή η διαπίστωση για το συντηρητικό τμήμα της κοινωνίας μας, μιας και πίστη μου είναι ότι σε όλους τους χώρους υπάρχει σεβαστή ιδεολογική ταυτότητα και κυρίως αξιόλογοι εκφραστές της, εν τούτοις η πραγματικότητα των ημερών μας δεν τους δικαιώνει. Η δεξιά και η κεντροδεξιά, δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, δεν έκανε την υπέρβαση της, δεν έστειλε όπως όφειλε τα μηνύματα στον ιδεολογικό της χώρο, αντιμετώπισε για μια ακόμη φορά τις εκλογές με απόλυτη συμμετρία ως προς τις επιλογές της. Ανανέωσε την εμπιστοσύνη της, έστω και με οριακό αποτέλεσμα, σε μια κυβέρνηση η οποία επιεικώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως κατώτερη των περιστάσεων. Ίσως τα διλήμματα εξουσίας να βρήκαν περισσότερους υποστηρικτές στον χώρο αυτό, ίσως να νιώσανε αμήχανα, ίσως να είναι πολύ νωρίς για να παραδεχτούν την κρίση εξουσίας και διακυβέρνησης στη Νέα Δημοκρατία. Ένα είναι όμως σίγουρο. Χωρίς υπερβάσεις δεν πάει μπροστά ο τόπος, πόσο μάλλον που οι «νέες διακυβερνήσεις» δεν δομούνται με παλαιές αντιλήψεις, πρακτικές τηλεοπτικής εικόνας, μπαλκονάτους λεοντισμούς και στρουθοκαμηλισμούς!

Είναι εμφανές βέβαια ότι το γυαλί έχει ραγίσει και η (νέα) κυβέρνηση έχει εξαντλήσει την περίοδο χάρητος που της δόθηκε από μια μεγάλη μερίδα του κόσμου. Έχει χάσει την δημοφιλία της ακόμα και στον πυρήνα των φανατικών υποστηρικτών της. Κατάφερε μια πύρρειο επικράτηση με μόνο πλεονέκτημα της όχι το πρόγραμμα ή το έργο της, αλλά το γεγονός της βραχυχρόνιας παραμονής της στην εξουσία. Εξασφάλισε μια «παράταση χρόνου» για να χρησιμοποιήσουμε και ένα ποδοσφαιρικό όρο. Μένει μόνο να αποδείξει ότι μπορεί να αλλάξει όντας στην Κυβέρνηση. Πρέπει να πείσει ότι μπορεί να ικανοποιήσει έστω και τις ελάχιστες απαιτήσεις των οπαδών της. Αλλιώς θα έχει την ίδια τύχη με το ΠΑΣΟΚ και τότε μάλλον η ήττα θα είναι πιο επώδυνη, λαμβάνοντας υπ όψη και την φθορά της εξουσίας που ουδείς την απέφυγε…

Τουλάχιστον, το πολιτικό σκηνικό απέκτησε μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Πλέον τα πράγματα είναι πολύ ρευστά και κανένας πλέον δεν μπορεί να προδιαγράψει το τι μέλλει γενέσθαι. Ούτε οι νικητές ούτε οι νικημένοι.